Tatsächlich στα ελληνικά

Μετάφραση: tatsächlich, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πραγματικά, πραγματικός, πρακτικός, πράγματι, αλήθεια, αληθινός, όντως, μάλιστα
Tatsächlich στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abgefragt στα ελληνικά - ερωτηματικά, ερωτηθούν, διερωτήθηκε, ερώτημα, ερωτηθεί
  • anwachsen στα ελληνικά - αυξάνομαι, μεγαλώνω, μεγαλώνουν, αναπτυχθούν, αυξάνονται, αυξάνεται, αναπτύσσονται
  • debakel στα ελληνικά - κατάρρευση, πανωλεθρία, καταστροφή, φιάσκο, πανωλεθρία του
  • diözesen στα ελληνικά - επισκοπές, μητροπόλεις, επισκοπών, μητροπόλεων, διοικήσεις
Τυχαίες λέξεις
Tatsächlich στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πραγματικά, πραγματικός, πρακτικός, πράγματι, αλήθεια, αληθινός, όντως, μάλιστα