Πρακτικός στα γερμανικά
Μετάφραση: πρακτικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
erfahren, praktisch, tatsächlich, pragmatisch, zweckmäßig, Praktikum, praktische, praktischen, praktischer
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρακτικός
πρακτικός οδηγός του δικαστικού αντιπροσώπου, πρακτικός ιδεαλισμός, πρακτικός οδηγός για τις εκλογές, πρακτικός οδηγός για δικαστικούς αντιπροσώπους 2014, πρακτικός οδηγός, πρακτικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, πρακτικός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- πραγματοποιώ στα γερμανικά - erzielen, schaffen, vollziehen, erreichen, realisieren, merken, erkennen, ...
- πρακτική στα γερμανικά - übung, gepflogenheit, routine, gewohnheit, praxis, gebrauch, Praxis, ...
- πρακτορείο στα γερμανικά - werkzeug, vertretung, vermittlung, mittel, geschäftsstelle, büro, behörde, ...
- πραμάτεια στα γερμανικά - handelsware, waren, ware, handeln, Waren, Ware, Waren zu
Τυχαίες λέξεις
Πρακτικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: erfahren, praktisch, tatsächlich, pragmatisch, zweckmäßig, Praktikum, praktische, praktischen, praktischer
Μεταφράσεις: erfahren, praktisch, tatsächlich, pragmatisch, zweckmäßig, Praktikum, praktische, praktischen, praktischer