Umsteigen στα ελληνικά

Μετάφραση: umsteigen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετατροπή, μεταγράφω, μετατάσσω, μετάθεση, παραλλαγή, μεταβίβαση, αλλάζω, παραλλάζω, αλλαγή, μεταβολή, αλλαγής, αλλαγή του, την αλλαγή
Umsteigen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anlässe στα ελληνικά - φορές, περιπτώσεις, περιστάσεις, ευκαιρίες
  • aufwallung στα ελληνικά - ξέσπασμα, έκρηξη, το ξέσπασμα, ξεσπάσματος, ξέσπασμά
Τυχαίες λέξεις
Umsteigen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετατροπή, μεταγράφω, μετατάσσω, μετάθεση, παραλλαγή, μεταβίβαση, αλλάζω, παραλλάζω, αλλαγή, μεταβολή, αλλαγής, αλλαγή του, την αλλαγή