Unaufhörlich στα ελληνικά

Μετάφραση: unaufhörlich, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αιώνιος, συνεχής, αδιάκοπος, ενδελεχής, παντοτινός, ακατάπαυστα, αδιάκοπα, ασταμάτητα, διαρκώς, συνεχώς
Unaufhörlich στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aufschreie στα ελληνικά - φωνάξουν, κραυγάζουν, φωνάζουν, φωνάξει, φωνάξω
  • beachtet στα ελληνικά - παρατηρούμενη, παρατηρούμενων, παρατηρούμενες, παρατηρηθείσα, παρατηρούμενο
  • beschämung στα ελληνικά - διασυρμός, ταπείνωση, εξευτελισμός, ντροπή, κρίμα, ντροπής, την ντροπή, ...
  • billette στα ελληνικά - Εισιτήρια, Τα εισιτήρια, Εισιτηρίων, τα εισιτήρια για, εισιτήριά
Τυχαίες λέξεις
Unaufhörlich στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αιώνιος, συνεχής, αδιάκοπος, ενδελεχής, παντοτινός, ακατάπαυστα, αδιάκοπα, ασταμάτητα, διαρκώς, συνεχώς