Λέξη: αυλάκι
Σχετικές λέξεις: αυλάκι
αυλάκι πόρτο ράφτη, αυλάκι για πότισμα, αυλάκι πόρτο ράφτη χάρτης, αυλάκι παραλία, αυλάκι χάρτης, αυλάκι αιτωλοακαρνανίας, αυλάκι κέρκυρας, αυλάκι φήκη, αυλάκι κέρκυρα, αυλάκι φθιώτιδας
Συνώνυμα: αυλάκι
βαρβατίλα, ίχνος τροχού, οργασμός ζώων, ρουτίνα ζωής, αγρυπνία, απόνερα, ίχνη, ολονυχτία, χαντάκι, τάφρος, οχετός, σωλήνας, σκάφη, κανάλι, δίαυλος, πορθμός, μέσο, αγωγός
Μεταφράσεις: αυλάκι
αυλάκι στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
groove, furrow, rut, trough, ditch, channel
αυλάκι στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
acanalar, carril, surcar, arruga, bache, surco, surcos, surco de, del surco, por surcos
αυλάκι στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
routine, rillennute, wagenspur, furche, nut, runzel, rille, spur, falte, riefe, rinne, Furche, Furchen, furrow, Rinne
αυλάκι στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
coutume, pli, coulisser, sillonner, sillon, ornière, rainure, cannelure, habitude, cran, ride, strie, encoche, raie, canneler, fondrière, sillons, le sillon
αυλάκι στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
rotaia, crespa, scanalatura, solco, grinza, ruga, solchi, furrow, del solco
αυλάκι στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
encaixar, rego, gemido, calha, sulco, furrow, sulco de, por sulco, do sulco
αυλάκι στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
groef, vore, sponning, gleuf, frons, geul, vouw, zog, rimpel, rimpelen, voor, fronsen, plooi, doorploegen, De Voor, furrow
αυλάκι στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
прорез, шпунтовать, избороздить, колея, рутина, фальц, рутинер, желобок, гузка, складка, шпунт, борозда, канавка, привычка, выемка, опорос, борозды, борозду, бороздка, по бороздам
αυλάκι στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
renne, fure, brunst, furen, furrow, pannefure
αυλάκι στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fåra, räffla, ränna, Plogfåran, fåran, Furrow, tilt
αυλάκι στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kurtistaa, kolo, oja, rypistää, uurtaa, vako, urittaa, kiima, uurre, uoma, ryppy, ura, kaivertaa, poimu, kurttu, kiima-aika, furrow, latuaan, juonne
αυλάκι στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
læg, rynke, fold, fure, furen, Furrow, furet, furede
αυλάκι στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
drážka, drážkovat, rýha, rutina, zvyk, brázdit, stopa, žlábek, orat, brázda, zbrázdit, rýhovat, žlábkovat, brázdy, vráska, prvního tělesa
αυλάκι στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
koleina, orać, żłobek, szablon, przyzwyczajenie, rykowisko, wyżłobienie, zryć, bruździć, bruzda, bruzdować, wpust, rutyna, rowek, żłobić, bekowisko, furrow, bruzdy, skibowy, skiby
αυλάκι στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
árok, kerékvágás, mámor, hornyolás, dürgés, koslatás, berágódás, keréknyom, vápa, bemaródás, üzekedés, barázdál, furrow, barázdába, barázdát, barázdában
αυλάκι στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
buruşuk, karık, yiv, oluk, kırışık, çizgi, saban izi
αυλάκι στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
борозна, колія, навичка, звичне, звичка, паз, гузка, жолобок, фальц, рутина, виїмка, рез, борозда
αυλάκι στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
hulli, rrudh, vazhdë, brazdë, rrudhë
αυλάκι στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бразда, улей, набръчквам, дълбока бръчка, ора
αυλάκι στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
араць, разора, баразна, разор
αυλάκι στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vagu, indlema, roobas, lõbu, korts, kiim, nauding, rutiin, furrow, künniviilu, kurd
αυλάκι στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
utor, šupljina, izbrazdati, žlijebi, brazda, prase, orati, ćud, brazdu, zahvata
αυλάκι στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Furrow
αυλάκι στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
raukšlė, vaga, vagos, išvagoti, griovelis, gili raukšlė
αυλάκι στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
rieva, grumba, krunka, vaga, korpusu, furrow, korpusu darba
αυλάκι στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
бразда, бразди, со бразди
αυλάκι στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
rid, brazdă, furrow, tăietură, făgaș, dungă
αυλάκι στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
rutina, brázda, brazda, Žlebič, furrow, oranja, reza
αυλάκι στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
brázda, vráska, drážka, rutina
Στατιστικά δημοτικότητας: αυλάκι
Τυχαίες λέξεις