Unordnung στα ελληνικά
Μετάφραση: unordnung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αταξία, ακαταστασία, διαταραχή, πάθηση, διαταραχής, διαταραχές, διαταραχή του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- auswechseln στα ελληνικά - ανταλλάσσω, αλλαγή, διακόπτης, αλλάζω, αντικαταστήσει, αντικαταστήστε, αντικατάσταση, ...
- bedrohungen στα ελληνικά - απειλές, απειλών, τις απειλές, απειλές για, των απειλών
- begraben στα ελληνικά - θάβω, θάψει, θάψουν, θάβουν, θάψουμε
- buchhaltungen στα ελληνικά - λογιστικές υπηρεσίες, λογιστηρίων, λογιστήρια, λογιστικών υπηρεσιών, λογιστική οργάνωση
Τυχαίες λέξεις
Unordnung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αταξία, ακαταστασία, διαταραχή, πάθηση, διαταραχής, διαταραχές, διαταραχή του
Μεταφράσεις: αταξία, ακαταστασία, διαταραχή, πάθηση, διαταραχής, διαταραχές, διαταραχή του