Verdienstvoll στα ελληνικά
Μετάφραση: verdienstvoll, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άξιος, αξίζουν, άξιους, άξιοι, άξια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- buckeligen στα ελληνικά - καμπούρης, κυρτού
- dazwischenkommend στα ελληνικά - Εκπληκτική, Εκπληκτική κίνηση, έρχονται, έρχονται σε, που έρχονται
- dienststunden στα ελληνικά - ώρες λειτουργίας, ωρών λειτουργίας, τις ώρες λειτουργίας, ωράριο εργασίας
Τυχαίες λέξεις
Verdienstvoll στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άξιος, αξίζουν, άξιους, άξιοι, άξια
Μεταφράσεις: άξιος, αξίζουν, άξιους, άξιοι, άξια