Verordnen στα ελληνικά
Μετάφραση: verordnen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κανόνας, διάταγμα, θέσπισμα, ιθύνω, θεσπίζω, βασιλεύω, αποφασίζω, συνταγογραφήσει, συνταγογραφούν, προδιαγράψει, ορίζουν, προβλέπουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ahle στα ελληνικά - σουβλί, ξέστρο, σουβλιού, σουβλί που, τρυπητήρι, σουβλί τσαγκάρη
- astrologe στα ελληνικά - αστρολόγος, αστρολόγο, αστρολόγου, αστρολόγοι, ο αστρολόγος
- betrachtete στα ελληνικά - θεωρούνται, θεωρείται, θεωρηθεί, θεωρείται ότι, θεωρηθούν
- disponiert στα ελληνικά - προγραμματιστεί, προγραμματισμένες, έχει προγραμματιστεί, προγραμματισμένη, προγραμματισμένα
Τυχαίες λέξεις
Verordnen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κανόνας, διάταγμα, θέσπισμα, ιθύνω, θεσπίζω, βασιλεύω, αποφασίζω, συνταγογραφήσει, συνταγογραφούν, προδιαγράψει, ορίζουν, προβλέπουν
Μεταφράσεις: κανόνας, διάταγμα, θέσπισμα, ιθύνω, θεσπίζω, βασιλεύω, αποφασίζω, συνταγογραφήσει, συνταγογραφούν, προδιαγράψει, ορίζουν, προβλέπουν