Διάταγμα στα γερμανικά
Μετάφραση: διάταγμα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dekret, verfügung, verordnen, verordnung, Dekret, Verordnung, Erlass, Dekrets, Erlasses
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διάταγμα
διάταγμα παραλαβής, διάταγμα περιοριστικών μέτρων, διάταγμα καρακάλλα, διάταγμα των μεδιολάνων ένας νέος δρόμος ανοίγεται για τους χριστιανούς, διάταγμα του 311, διάταγμα λεξικό γλώσσας γερμανικά, διάταγμα στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- διάστημα στα γερμανικά - abschnitt, leerfeld, zauberspruch, theater, zeitraum, raum, abstand, ...
- διάσωση στα γερμανικά - bergung, errettung, retten, erlösung, rettung, erlösen, Rettung, ...
- διάταξη στα γερμανικά - feld, aufstellung, belegung, matrix, ausstattung, array, datenfeld, ...
- διάφορα στα γερμανικά - mannigfaltig, verschiedene, divers, diverse, allerlei, verschieden, verschiedenartig, ...
Τυχαίες λέξεις
Διάταγμα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: dekret, verfügung, verordnen, verordnung, Dekret, Verordnung, Erlass, Dekrets, Erlasses
Μεταφράσεις: dekret, verfügung, verordnen, verordnung, Dekret, Verordnung, Erlass, Dekrets, Erlasses