Zuhörerschaft στα ελληνικά
Μετάφραση: zuhörerschaft, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκκλησίασμα, ακροατήριο, ακουστικός, κοινό, κοινού, το κοινό, ακροατηρίου
![Zuhörerschaft στα ελληνικά Zuhörerschaft στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-de-gr-48680.png)
Μεταφράσεις
- beleibte στα ελληνικά - παχύσαρκος, παχύσαρκα, παχύσαρκοι, παχύσαρκους, παχύσαρκων
- belohnte στα ελληνικά - ανταμείβονται, ανταμείβεται, επιβραβεύεται, ανταμειφθεί, επιβραβεύονται
- binsenwahrheit στα ελληνικά - κάδους, κάδοι, κάδων, δοχεία, δοχείων
- debet στα ελληνικά - χρέωση, χρεώσεις, χρεώσεων, χρέωσης, καταλογισμό, τις χρεώσεις
Τυχαίες λέξεις
Zuhörerschaft στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκκλησίασμα, ακροατήριο, ακουστικός, κοινό, κοινού, το κοινό, ακροατηρίου
Μεταφράσεις: εκκλησίασμα, ακροατήριο, ακουστικός, κοινό, κοινού, το κοινό, ακροατηρίου