Ægte στα ελληνικά
Μετάφραση: ægte, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πραγματικός, αληθής, γνήσιος, αυθεντικός, γνήσια, πραγματική, γνήσιο, πραγματικής
Μεταφράσεις
- æg στα ελληνικά - αυγό, αυγά, αυγών, τα αυγά, των αυγών, αβγά
- æggestok στα ελληνικά - ωάριο, ωοθήκη, ωοθηκών, ωοθήκης, ωοθήκες, των ωοθηκών
- ægtefælle στα ελληνικά - ταίρι, ζευγαρώνω, φιλαράκος, σύζυγος, ύπαρχος, σύζυγο, συζύγου, ...
- ægtemand στα ελληνικά - σύζυγος, σύζυγο, σύζυγό, σύζυγός, ο σύζυγός
Τυχαίες λέξεις
Ægte στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πραγματικός, αληθής, γνήσιος, αυθεντικός, γνήσια, πραγματική, γνήσιο, πραγματικής
Μεταφράσεις: πραγματικός, αληθής, γνήσιος, αυθεντικός, γνήσια, πραγματική, γνήσιο, πραγματικής