Γνήσιος στα δανικά
Μετάφραση: γνήσιος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
oprindelig, original, ægte, reel, reelt, virkelig, egentlig
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γνήσιος
γνήσιος μετάφραση, γνήσιος κουζίνες, γνήσιος στα αγγλικά, γνήσιος δανεισμός εργαζομένου, γνήσιος συνώνυμο, γνήσιος λεξικό γλώσσας δανικά, γνήσιος στα δανικά
Μεταφράσεις
- γνέφω στα δανικά - vinke, bevægelse, signal, beckon
- γνήσια στα δανικά - ægte, reel, reelt, virkelig, egentlig
- γνησιότητα στα δανικά - ægthed, ægtheden, autenticitet, er ægte, autenticiteten
- γνωμάτευση στα δανικά - mening, udtalelse, holdning skrevet, skrevet, opfattelse
Τυχαίες λέξεις
Γνήσιος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: oprindelig, original, ægte, reel, reelt, virkelig, egentlig
Μεταφράσεις: oprindelig, original, ægte, reel, reelt, virkelig, egentlig