Bank στα ελληνικά

Μετάφραση: bank, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όχθη, ανάχωμα, τράπεζα, τράπεζας, τραπεζικών, τραπεζικό, τραπεζική
Bank στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bane στα ελληνικά - πάροδος, πιάτο, δρομάκι, λωρίδα, πλεύση, λωρίδας, λωρίδων, ...
  • bange στα ελληνικά - συνεσταλμένος, φοβισμένος, φοβούνται, φοβάται, φοβάστε, φοβόμαστε
  • bankanvisning στα ελληνικά - επιταγή, καρέ, ανακόπτω, αναχαιτίζω, σταματώ, τραπεζικών επιταγών, τραπεζικές επιταγές, ...
  • banke στα ελληνικά - σουξέ, χτυπώ, απεργία, βαρώ, χτύπημα, κτύπος, κρούω, ...
Τυχαίες λέξεις
Bank στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όχθη, ανάχωμα, τράπεζα, τράπεζας, τραπεζικών, τραπεζικό, τραπεζική