Όχθη στα δανικά

Μετάφραση: όχθη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bank, bred, banken, bankens, Banks
Όχθη στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όχθη

άλλη όχθη, αφηρημένη όχθη, αριστερή όχθη, τρίτη όχθη, όχθη ορισμός, όχθη λεξικό γλώσσας δανικά, όχθη στα δανικά

Μεταφράσεις

  • όφελος στα δανικά - fordel, benefit, gavn, fordele, ydelse
  • όχημα στα δανικά - køretøj, køretøjet, køretøjets, køretøjer
  • όχι στα δανικά - ingen, nej, ikke, intet, ikke er, der ikke
  • όχληση στα δανικά - gene, irritationsmoment, gener, plage, generende
Τυχαίες λέξεις
Όχθη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bank, bred, banken, bankens, Banks