Blot στα ελληνικά

Μετάφραση: blot, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μόνο, απλώς, όμως, μόλις, δίκαιος, αλλά, μόνον, μόνη, μόνο για
Blot στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • blomstring στα ελληνικά - ανθίζω, άνθος, λουλούδι, ανθοφορίας, ανθοφορία, άνθηση, άνθησης, ...
  • blond στα ελληνικά - ξανθός, δίκαιος, πανηγύρι, ξανθή, ξανθιά, ξανθά, ξανθό
  • bluse στα ελληνικά - μπλούζα, μπλούζες, την μπλούζα, μπλούζα για, μπλούζας
  • bly στα ελληνικά - λουρί, ηγούμαι, μόλυβδος, οδηγήσουν, να οδηγήσει, οδηγήσει, οδηγούν, ...
Τυχαίες λέξεις
Blot στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μόνο, απλώς, όμως, μόλις, δίκαιος, αλλά, μόνον, μόνη, μόνο για