Diæt στα ελληνικά
Μετάφραση: diæt, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διατροφή, διαιτολόγιο, δίαιτα, διατροφής, δίαιτας, τη διατροφή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dit στα ελληνικά - σας, σου, σας για
- division στα ελληνικά - διαίρεση, τμήμα, χωρίζω, μερίδιο, μεραρχία, διχασμός, τομή, ...
- djævel στα ελληνικά - διάβολος, δαίμονας, τελώνιο, διάβολο, διαβόλου, του διαβόλου, ο διάβολος
- dobbelt στα ελληνικά - σωσίας, διπλός, διπλασιάζω, διπλό, διπλή, διπλής, διπλά, ...
Τυχαίες λέξεις
Diæt στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διατροφή, διαιτολόγιο, δίαιτα, διατροφής, δίαιτας, τη διατροφή
Μεταφράσεις: διατροφή, διαιτολόγιο, δίαιτα, διατροφής, δίαιτας, τη διατροφή