Eksotisk στα ελληνικά
Μετάφραση: eksotisk, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξωτικός, εξωτικά, εξωτικό, εξωτικών, εξωτική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- eksistere στα ελληνικά - είμαι, διανύω, υπάρχω, βρίσκομαι, υπάρχουν, υπάρχει, υφίστανται, ...
- ekskrementer στα ελληνικά - σκαμπό, σκαμνί, έδρανο, περιττώματα, περιττωμάτων, απεκκρίσεις, τα περιττώματα, ...
- ekspedere στα ελληνικά - υπηρετώ, επισπεύσει, επίσπευση, να επισπεύσει, επισπεύσουν, την επιτάχυνση
- eksperiment στα ελληνικά - πειραματίζομαι, πείραμα, πειράματος, το πείραμα, του πειράματος, πειράματα
Τυχαίες λέξεις
Eksotisk στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξωτικός, εξωτικά, εξωτικό, εξωτικών, εξωτική
Μεταφράσεις: εξωτικός, εξωτικά, εξωτικό, εξωτικών, εξωτική