Εξωτικός στα δανικά
Μετάφραση: εξωτικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
eksotisk, eksotiske, exotic
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξωτικός
εξωτικός συνώνυμα, εξωτικός προορισμός, εξωτικόσ παροξυσμόσ, εξωτικός κληρονόμος, εξωτικός λεξικό γλώσσας δανικά, εξωτικός στα δανικά
Μεταφράσεις
- εξωστρεφής στα δανικά - udadvendt, udadvendte, ekstrovert, udadrettet
- εξωτερικός στα δανικά - udenlandsk, fremmed, ydre, udvendige, yderste, udvendig, det ydre
- εξωφρενικός στα δανικά - besværlig, maddening, vanvittigt irriterende
- εορτάζω στα δανικά - fejre, memorialize, at memorialize
Τυχαίες λέξεις
Εξωτικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: eksotisk, eksotiske, exotic
Μεταφράσεις: eksotisk, eksotiske, exotic