Epoke στα ελληνικά
Μετάφραση: epoke, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηλικία, εποχή, Era, εποχής, Ήρα, εποχή της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- epilepsi στα ελληνικά - επιληψία, επιληψίας, της επιληψίας, την επιληψία, η επιληψία
- episode στα ελληνικά - επεισόδιο, επεισοδίου, το επεισόδιο, επεισοδίων, του επεισοδίου
- erfaring στα ελληνικά - εμπειρία, πείρα, εμπειρίας, την εμπειρία, εμπειριών
- erhvervelse στα ελληνικά - απόκτηση, απόκτημα, εξαγορά, απόκτησης, αγορά, εξαγοράς
Τυχαίες λέξεις
Epoke στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηλικία, εποχή, Era, εποχής, Ήρα, εποχή της
Μεταφράσεις: ηλικία, εποχή, Era, εποχής, Ήρα, εποχή της