Forskellig στα ελληνικά
Μετάφραση: forskellig, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαφορετικός, διαφορετικές, διαφορετικά, διαφορετική, διαφορετικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- forsinket στα ελληνικά - αργά, αργός, αποθανών, όψιμος, καθυστέρηση, καθυστερήσει, καθυστέρησε, ...
- forskel στα ελληνικά - διαφορά, διαφοράς, διαφορετική, διαφορές, τη διαφορά
- forskning στα ελληνικά - έρευνα, έρευνας, την έρευνα, ερευνητικών, της έρευνας
- forskrækkelse στα ελληνικά - φοβάμαι, φόβος, τρόμος, σκιάχτρο, τρομάρα, τρόμο, φόβο
Τυχαίες λέξεις
Forskellig στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαφορετικός, διαφορετικές, διαφορετικά, διαφορετική, διαφορετικών
Μεταφράσεις: διαφορετικός, διαφορετικές, διαφορετικά, διαφορετική, διαφορετικών