Frisk στα ελληνικά

Μετάφραση: frisk, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζωντανός, πρόσφατος, δροσερός, φρέσκος, νωπός, φρέσκο, φρέσκα, νωπά, νωπών, νωπού
Frisk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • friktion στα ελληνικά - προστριβή, τριβή, τριβής, την τριβή, τριβές, της τριβής
  • frimurer στα ελληνικά - ελευθερότεκτων, Ελευθεροτέκτονος, Ελευθεροτέκτων, ελευθερότεκτωνας, Freemason
  • fristed στα ελληνικά - καταφύγιο, ασυλία, άσυλο, ιερό, ιερού, αγιαστήριο, άδυτο
  • frisør στα ελληνικά - κομμώτρια, κουρέας, κομμωτής, κομμωτικής, κομμώσεις, κομμωτική, κομμωτηρίου, ...
Τυχαίες λέξεις
Frisk στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζωντανός, πρόσφατος, δροσερός, φρέσκος, νωπός, φρέσκο, φρέσκα, νωπά, νωπών, νωπού