Kurve στα ελληνικά

Μετάφραση: kurve, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυρτώνω, διπλώνω, καμπυλώνεται, καμπύλη, καμπυλώνω, ζάρωμα, στροφή, γέρνω, πτυχή, σκύβω, καμπύλης, της καμπύλης, την καμπύλη, καμπύλη που
Kurve στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kursus στα ελληνικά - πλεύση, πιάτο, πορεία, φυσικά, βέβαια, βεβαίως, μάθημα
  • kurv στα ελληνικά - καλάθι, κοφίνι, πανέρι, καλαθιού, καλάθι με, καλάθι αγορών, μπάσκετ
  • kusine στα ελληνικά - εξάδελφος, ξάδερφος, εξαδέλφη, ξάδελφος, ξάδελφό
  • kusk στα ελληνικά - ανταγωνιστής, ανταγωνιστή, αγωνιζόμενος, Αγωνιζόμενο, Αγωνιζομένου
Τυχαίες λέξεις
Kurve στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυρτώνω, διπλώνω, καμπυλώνεται, καμπύλη, καμπυλώνω, ζάρωμα, στροφή, γέρνω, πτυχή, σκύβω, καμπύλης, της καμπύλης, την καμπύλη, καμπύλη που