Lyve στα ελληνικά

Μετάφραση: lyve, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κείμαι, ψεύδομαι, κειμένος, βρίσκεται, που βρίσκεται, ξαπλωμένη, βρίσκονται
Lyve στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lystbåd στα ελληνικά - θαλαμηγός, κότερο, γιότ, γιοτ, σκάφος, θαλαμηγό
  • lytte στα ελληνικά - αφουγκράζομαι, ακούω, ακούσετε, να ακούσετε, ακούν, ακούτε
  • låg στα ελληνικά - σκέπασμα, καπάκι, καλύπτω, κάλυμμα, καπακιού, καλύμματος, πώμα
  • låge στα ελληνικά - θύρα, πύλη, αυλόπορτα, κάλυμμα, κάλυψη, εξώφυλλο, Cover, ...
Τυχαίες λέξεις
Lyve στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κείμαι, ψεύδομαι, κειμένος, βρίσκεται, που βρίσκεται, ξαπλωμένη, βρίσκονται