Mørke στα ελληνικά

Μετάφραση: mørke, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μελαχρινός, ζόφος, σκούρος, μουχρός, σκοτεινός, σκοτάδι, σκούρο, σκοτεινό, σκοτεινή, σκούρα
Mørke στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mønt στα ελληνικά - νόμισμα, συνάλλαγμα, κέρμα, νομίσματος, κερμάτων, κέρματος
  • mørk στα ελληνικά - ανεμοδαρμένος, ζοφερός, αμυδρός, θολωμένος, θολός, σκοτεινός, θαμπός, ...
  • møtrik στα ελληνικά - παξιμάδι, καρύδι, περικόχλιο, περικοχλίου, παξιμαδιού
  • nabo στα ελληνικά - γείτονας, γείτονα, γείτονά, πλησίον, γειτονική
Τυχαίες λέξεις
Mørke στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μελαχρινός, ζόφος, σκούρος, μουχρός, σκοτεινός, σκοτάδι, σκούρο, σκοτεινό, σκοτεινή, σκούρα