Nerve στα ελληνικά

Μετάφραση: nerve, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νεύρο, νεύρου, νεύρων, νευρικών, νευρικά
Nerve στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • nem στα ελληνικά - απλοϊκός, εύκολος, άνετος, εύκολη, εύκολο, εύκολα, πιο εύκολη
  • nemlig στα ελληνικά - ήτοι, δηλαδή, συγκεκριμένα, και συγκεκριμένα, ιδίως
  • nervøs στα ελληνικά - νευρικός, νευρικό, νευρικού, του νευρικού, το νευρικό
  • net στα ελληνικά - δίχτυ, ζεύξη, σύστημα, πλέγμα, Δίκτυα, Δικτύων, Networks, ...
Τυχαίες λέξεις
Nerve στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νεύρο, νεύρου, νεύρων, νευρικών, νευρικά