Pilot στα ελληνικά

Μετάφραση: pilot, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αεροπόρος, πιλοτάρω, πιλότος, πιλοτικά, πιλοτικό, πιλοτικών, πιλοτική
Pilot στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • piletræ στα ελληνικά - ιτιά, ιτιάς, ιτιές, ιτιών, η ιτιά
  • pille στα ελληνικά - χάπι, χαπιού, χαπιών, το χάπι, χάπια
  • pingvin στα ελληνικά - πιγκουίνος, Penguin, πιγκουίνο, πιγκουίνου, πιγκουΐνου
  • pioner στα ελληνικά - πρωτοπόρος, καινοτομώ, προπορεύομαι, Pioneer, της Pioneer, πρωτοπόρο, η Pioneer
Τυχαίες λέξεις
Pilot στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αεροπόρος, πιλοτάρω, πιλότος, πιλοτικά, πιλοτικό, πιλοτικών, πιλοτική