Πιλότος στα δανικά
Μετάφραση: πιλότος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
pilot, piloten, pilotprojekt, pilot-
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιλότος
πιλότος πολεμικής αεροπορίας, πιλότος πολιτικής αεροπορίας - ειδική σχολή, πιλότος προσόντα, πιλότος αεροσκαφών, πιλότος πολιτικής αεροπορίας, πιλότος λεξικό γλώσσας δανικά, πιλότος στα δανικά
Μεταφράσεις
- πικρόχολος στα δανικά - gnaven, morose, vranten, vrantne, andre vrantne
- πιλοτάρω στα δανικά - pilot, navigere, at navigere, navigerer, naviger, navigere rundt
- πινέλο στα δανικά - børste, krat, pensel, børsten, brush, penslen
- πινακοθήκη στα δανικά - galleri, galleriet, Gallery, Billeder, Gallerioversigt
Τυχαίες λέξεις
Πιλότος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: pilot, piloten, pilotprojekt, pilot-
Μεταφράσεις: pilot, piloten, pilotprojekt, pilot-