Rigtig στα ελληνικά
Μετάφραση: rigtig, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθωσπρέπει, ευπρεπής, πρέπων, δεξιός, σωστός, διορθώνω, πραγματικός, δικαίωμα, πραγματικά, πολύ, πράγματι, πραγματικότητα, στην πραγματικότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- rigdom στα ελληνικά - συρροή, πλούτη, πλούτος, αφθονία, πλούτου, πλούτο, τον πλούτο, ...
- rigelig στα ελληνικά - άφθονος, επαρκής, επαρκώς, άφθονη, άφθονο, άνετο
- rim στα ελληνικά - ομοιοκαταληξία, έμμετρο λόγο, ρίμα, έμμετρου λόγου, έμμετρος λόγος
- rimelig στα ελληνικά - δίκαιος, μόλις, λογικός, εύλογη, εύλογο, λογικό, λογική
Τυχαίες λέξεις
Rigtig στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθωσπρέπει, ευπρεπής, πρέπων, δεξιός, σωστός, διορθώνω, πραγματικός, δικαίωμα, πραγματικά, πολύ, πράγματι, πραγματικότητα, στην πραγματικότητα
Μεταφράσεις: καθωσπρέπει, ευπρεπής, πρέπων, δεξιός, σωστός, διορθώνω, πραγματικός, δικαίωμα, πραγματικά, πολύ, πράγματι, πραγματικότητα, στην πραγματικότητα