Skænderi στα ελληνικά

Μετάφραση: skænderi, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φιλονικία, κωπηλατώ, διαμάχη, διαπληκτίζομαι, καυγαδίζω, καυγάς, διαφωνία, σειρά, καβγάς, επιχείρημα, λογομαχία, φιλονικίας, συμπλοκή, καυγά, εμπορική διαμάχη
Skænderi στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • skælde στα ελληνικά - προπηλακίζω, λοιδορώ, λοιδορία, βρίζω, προσβάλλω, κατάχρηση, προσβολή, ...
  • skælven στα ελληνικά - ριγώ, ανατριχίλα, τρέμω, τουρτουρίζω, σεισμικές δονήσεις, δονήσεις, τρόμο, ...
  • skændsel στα ελληνικά - δυσμένεια, ταπείνωση, ντροπή, όνειδος, κρίμα, ατιμία, Infamy, ...
  • skære στα ελληνικά - κοπή, κόβω, κόψιμο, φέτα, κοπής, τεμαχισμού, κοπτική
Τυχαίες λέξεις
Skænderi στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φιλονικία, κωπηλατώ, διαμάχη, διαπληκτίζομαι, καυγαδίζω, καυγάς, διαφωνία, σειρά, καβγάς, επιχείρημα, λογομαχία, φιλονικίας, συμπλοκή, καυγά, εμπορική διαμάχη