Stræde στα ελληνικά
Μετάφραση: stræde, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πάροδος, λωρίδα, δρομάκι, σοκάκι, στενό, Strait, Στενών, πορθμό, πορθμού
Μεταφράσεις
- stråle στα ελληνικά - σαλάχι, καδρόνι, ακτίνα, αχτίδα, δοκός, δέσμη, δέσμης, ...
- stråling στα ελληνικά - ακτινοβολία, ακτινοβολίας, ακτινοβολίες, την ακτινοβολία, της ακτινοβολίας
- strø στα ελληνικά - διασπείρω, ρίχνω, βάζω, χιμώ, διασκορπίζομαι, σκορπίζω, διασκορπίζω, ...
- strøm στα ελληνικά - ροή, ρέω, ρεύμα, κυλώ, ρυάκι, τωρινός, ισχύς, ...
Τυχαίες λέξεις
Stræde στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πάροδος, λωρίδα, δρομάκι, σοκάκι, στενό, Strait, Στενών, πορθμό, πορθμού
Μεταφράσεις: πάροδος, λωρίδα, δρομάκι, σοκάκι, στενό, Strait, Στενών, πορθμό, πορθμού