Vært στα ελληνικά
Μετάφραση: vært, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φιλοξενώ, οικοδεσπότης, νοικοκύρης, υποδοχής, ξενιστή, ξενιστής, ξενιστών
Μεταφράσεις
- værktøj στα ελληνικά - εργαλείο, εργαλείου, μέσο, το εργαλείο, εργαλείο για
- værn στα ελληνικά - προστασία, προστασίας, την προστασία, προστασία των, προστασίας των
- væsel στα ελληνικά - νυφίτσα, κουνάβι, νυφίτσας, κουναβιού, weasel
- væsen στα ελληνικά - ζώο, κτήνος, πλάσμα, πλάσματος, δημιούργημα, το πλάσμα, ον
Τυχαίες λέξεις
Vært στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φιλοξενώ, οικοδεσπότης, νοικοκύρης, υποδοχής, ξενιστή, ξενιστής, ξενιστών
Μεταφράσεις: φιλοξενώ, οικοδεσπότης, νοικοκύρης, υποδοχής, ξενιστή, ξενιστής, ξενιστών