Vittighed στα ελληνικά

Μετάφραση: vittighed, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκέρτσο, αστείο, ανέκδοτο, αστείου, αστεία, το αστείο
Vittighed στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • visum στα ελληνικά - βίζα, θεώρηση, θεώρησης, θεωρήσεων, θεωρήσεις
  • vitamin στα ελληνικά - βιταμίνη, βιταμίνης, βιταμινών, της βιταμίνης, η βιταμίνη
  • vodka στα ελληνικά - βότκα, βότκας, η βότκα, τη βότκα, της βότκας
  • vogn στα ελληνικά - πούλμαν, προπονώ, προπονητής, βαγόνι, άμαξα, αυτοκίνητο, αυτοκινήτων, ...
Τυχαίες λέξεις
Vittighed στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκέρτσο, αστείο, ανέκδοτο, αστείου, αστεία, το αστείο