Αστείο στα δανικά

Μετάφραση: αστείο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vittighed, spøge, morsomhed, joke, spøg
Αστείο στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αστείο

αστείο γιάννης παλαβός νεφέλη, αστείο εκδόσεις νεφέλη, αστείο βίντεο έτσι παίζουν οι νίντζα μπάλα, αστείο ποίημα, αστείο ποδόσφαιρο, αστείο λεξικό γλώσσας δανικά, αστείο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αστακός στα δανικά - hummer, Hummergryde, lobster, jomfruhummer
  • ασταμάτητος στα δανικά - ustoppelig, stoppes, ustoppelige, standses, kan standses
  • αστείος στα δανικά - morsom, sjov, komisk, funny, sjovt, sjove, morsomt
  • αστερίσκος στα δανικά - stjerne, asterisk, stjernen, asterisken
Τυχαίες λέξεις
Αστείο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vittighed, spøge, morsomhed, joke, spøg