Αγιότητα στα αγγλικά
Μετάφραση: αγιότητα, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
sanctity, holiness, saintliness, sainthood, holiness of
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: αγιότητα
holiness
- αγιότητα
- αγιότης
- ιερότητα
- αγιότητα
- ιερότης
- αγιότης
- αγιότητα
- αγιότης
- αγιότητα
- αγιοσύνη
- αγιότης
Σχετικές λέξεις: αγιότητα
η αγιότητα, αγιότητα ένα λησμονημένο όραμα, αγιότητα λεξικό γλώσσας αγγλικά, αγιότητα στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- αγιοποιώ στα αγγλικά - canonize, sanctify
- αγιοπρεπής στα αγγλικά - saintly, agioprepis
- αγκάθι στα αγγλικά - spine, thorn, thistle, prickle, crunch, a thorn
- αγκάλιασμα στα αγγλικά - embrace, hug, embracement, hugging, embracing
Τυχαίες λέξεις
Αγιότητα στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: sanctity, holiness, saintliness, sainthood, holiness of
Μεταφράσεις: sanctity, holiness, saintliness, sainthood, holiness of