Απτόητος στα δανικά
Μετάφραση: απτόητος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
uforfærdet, ufortrødent, uforfærdede, ufortrødne, uanfægtet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απτόητος
απτόητος ετυμολογία, απτόητος λεξικό γλώσσας δανικά, απτόητος στα δανικά
Μεταφράσεις
- απρόσιτος στα δανικά - utilgængelige, utilgængeligt, utilgængelig, ingen adgang, ingen adgang for
- απρόσωπος στα δανικά - upersonlig, upersonlige, upersonligt
- απτός στα δανικά - håndgribelig, håndgribelige, håndgribeligt, materielle, konkret
- απωθητικός στα δανικά - unlovable, uelskelige, uelskværdig, værd at elske
Τυχαίες λέξεις
Απτόητος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: uforfærdet, ufortrødent, uforfærdede, ufortrødne, uanfægtet
Μεταφράσεις: uforfærdet, ufortrødent, uforfærdede, ufortrødne, uanfægtet