Ιθαγενής στα ουκρανικά
Μετάφραση: ιθαγενής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
тубільний, корінний, тубілець, вітчизняний, рідний, уродженець, місцевий, місний, місцевого, місцева
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιθαγενής
ιθαγενής αγγλικά, ιθαγενής λαοί, συνωνυμα ιθαγενής, ιθαγενής ετυμολογία, ιθαγενής ορισμός, ιθαγενής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ιθαγενής στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ιερότητα στα ουκρανικά - святиня, святість, святості
- ιθαγένεια στα ουκρανικά - нація, підданство, народе, народ, національність, громадянство, громадянства
- ιθύνω στα ουκρανικά - панування, направляти, діяти, володіти, визначати, правити, постанова, ...
- ικανά στα ουκρανικά - розумно, уміло, по-мистецьки, спритно, здатний, здатна, здібний, ...
Τυχαίες λέξεις
Ιθαγενής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: тубільний, корінний, тубілець, вітчизняний, рідний, уродженець, місцевий, місний, місцевого, місцева
Μεταφράσεις: тубільний, корінний, тубілець, вітчизняний, рідний, уродженець, місцевий, місний, місцевого, місцева