Προσεκτικά στα ισλανδικά
Μετάφραση: προσεκτικά, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vandlega, vel, varlega, náið, nákvæmlega
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσεκτικά
προσεκτικά συνώνυμο, προσεκτικά συνώνυμα, προσεκτικά ή προσεκτικά, προσεκτικά λεξικό γλώσσας ισλανδικά, προσεκτικά στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- προσεγγίζω στα ισλανδικά - aðflug, nálgast, barmi
- προσεγμένος στα ισλανδικά - horfði, horfði á, horft, áhorfandi, fylgdist
- προσεκτικός στα ισλανδικά - aðgætinn, varkár, varlega, gæta, gæta þess, vandlega
- προσελκύω στα ισλανδικά - laða, laða að, að laða, að laða að, draga
Τυχαίες λέξεις
Προσεκτικά στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: vandlega, vel, varlega, náið, nákvæmlega
Μεταφράσεις: vandlega, vel, varlega, náið, nákvæmlega