Λέξη: ψηλόλιγνος
Συνώνυμα: ψηλόλιγνος
υψηλός και αδέξιος
Μεταφράσεις: ψηλόλιγνος
ψηλόλιγνος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
lanky, gangling
ψηλόλιγνος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
larguirucho, desgarbado, delgaducho, gangling, desgarbada
ψηλόλιγνος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schlaksig, schlaksigen, gangling, schlaksiger, gang
ψηλόλιγνος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
étique, dégingandé, dégingandée, dégingandés
ψηλόλιγνος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
allampanato, dinoccolato, allampanata, gangling
ψηλόλιγνος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
desengonçado, desengonçada, desajeitado
ψηλόλιγνος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
lang, rijzig, groot, slungelig, slungelige, lange slungel
ψηλόλιγνος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
длинный, долговязый, нескладный
ψηλόλιγνος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
gangling, ling
ψηλόλιγνος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gänglig
ψηλόλιγνος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hontelo
ψηλόλιγνος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
Gangling, ranglet
ψηλόλιγνος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vychrtlý, vyčouhlý, vytáhlý
ψηλόλιγνος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
chudy, wysoki i niezdarny, szczupły
ψηλόλιγνος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hórihorgas, nyakigláb, nyurga, A nyakigláb
ψηλόλιγνος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sırık gibi, uzun boylu ve zayıf, sırık, boylu ve zayıf
ψηλόλιγνος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
нескладний, незграбний, недоладний, нескладна
ψηλόλιγνος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shtrembulaq, stërhell
ψηλόλιγνος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
дългунест, дълъг като върлина, длъгнесто, дългурест
ψηλόλιγνος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
няскладны, нязграбны, няўклюдны, з няўклюдным, няўклюдным
ψηλόλιγνος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kiitsakas, lõnkuv, Hontelo
ψηλόλιγνος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
visok, nezgrapan
ψηλόλιγνος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gangling
ψηλόλιγνος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Izstīdzējis, Lempīgs, niezdarny, Aukštas ir niezdarny, Neveikls
ψηλόλιγνος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
izstīdzējis, neveikls, lempīgs
ψηλόλιγνος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
gangling
ψηλόλιγνος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
gangling
ψηλόλιγνος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
gangling
ψηλόλιγνος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vyčouhlý
Τυχαίες λέξεις