Προσεκτικά στα πορτογαλικά

Μετάφραση: προσεκτικά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cuidadosamente, com cuidado, cuidado, atentamente, com atenção
Προσεκτικά στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσεκτικά

προσεκτικά συνώνυμο, προσεκτικά συνώνυμα, προσεκτικά ή προσεκτικά, προσεκτικά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, προσεκτικά στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • προσεγγίζω στα πορτογαλικά - chegar, abordar, aproximar, acercar, aproximação, achegar, abeirar, ...
  • προσεγμένος στα πορτογαλικά - oitenta, elaborar, observava, assisti, assistiu, observou, assistiram
  • προσεκτικός στα πορτογαλικά - atento, prudente, cuidadoso, atencioso, cuidado, cuidadosa, cuidadosos, ...
  • προσελκύω στα πορτογαλικά - engodar, aliciar, atrair, atraia, atraem, atrair a, chamar, ...
Τυχαίες λέξεις
Προσεκτικά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: cuidadosamente, com cuidado, cuidado, atentamente, com atenção