Αποτολμώ στα αλβανικά
Μετάφραση: αποτολμώ, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rrezik, sipërmarrje, ndërmarrje, sipërmarrje të, ndërmarrje e, ndërmarrje të
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποτολμώ
αποτολμώ συνώνυμα, αποτελώ συνώνυμο, αποτολμώ λεξικό γλώσσας αλβανικά, αποτολμώ στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- αποτεφρώνω στα αλβανικά - djeg, djegien, të djeg, djegia, djegien e
- αποτιμώ στα αλβανικά - i çmuar, vlerësuar, vlerësohen, vlerësohet, me vlerë
- αποτρέπω στα αλβανικά - frenoj, penguar, të penguar, pengojë, largojë
- αποτροπιαστικός στα αλβανικά - i pështirë, pështirë, neveritshme, neveritshëm, i neveritshëm
Τυχαίες λέξεις
Αποτολμώ στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: rrezik, sipërmarrje, ndërmarrje, sipërmarrje të, ndërmarrje e, ndërmarrje të
Μεταφράσεις: rrezik, sipërmarrje, ndërmarrje, sipërmarrje të, ndërmarrje e, ndërmarrje të