Αποτολμώ στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αποτολμώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прадпрыемства
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποτολμώ
αποτολμώ συνώνυμα, αποτελώ συνώνυμο, αποτολμώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αποτολμώ στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αποτεφρώνω στα λευκορωσικά - спальваць, паліць
- αποτιμώ στα λευκορωσικά - каштоўны, ценный, каштоўная
- αποτρέπω στα λευκορωσικά - лiст, ўтрымліваць, утрымліваць, трымаць, стрымліваць
- αποτροπιαστικός στα λευκορωσικά - агідны, абрыдлівае, агіднае, жахлівае
Τυχαίες λέξεις
Αποτολμώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: прадпрыемства
Μεταφράσεις: прадпрыемства