Επιδεικτικός στα αλβανικά
Μετάφραση: επιδεικτικός, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
që bie në sy, bie në sy, tërheqës, që bie, që bie në
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιδεικτικός
επιτακτικός λόγος, επιδεικτικός συνώνυμο, επιδεικτικός λεξικό γλώσσας αλβανικά, επιδεικτικός στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- επιδαψιλεύω στα αλβανικά - bujar, bollshëm, tepruar, i tepruar, tepërmi
- επιδείνωση στα αλβανικά - keqësim, acarim, përkeqësimi, përkeqësimi i, Keqësimi
- επιδεινώνω στα αλβανικά - acaroj, përkeqësohet, përkeqëson, keqësohet, KEQËSOHEN, keqëson
- επιδεξιότητα στα αλβανικά - mjeshtëri, shkathtësi, zhdërvjelltësi, shkathtësi e, shkathtësia, shkathtësi të
Τυχαίες λέξεις
Επιδεικτικός στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: që bie në sy, bie në sy, tërheqës, që bie, që bie në
Μεταφράσεις: që bie në sy, bie në sy, tërheqës, që bie, që bie në