Ορτύκι στα αλβανικά
Μετάφραση: ορτύκι, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
trembem, shkurtat, thëllëzë, mish thëllëze
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορτύκι
ορτύκι εκτροφή, ορτύκι συνταγή, ορτύκι wikipedia, ορτύκι τιμή, ορτύκι αγγλικά, ορτύκι λεξικό γλώσσας αλβανικά, ορτύκι στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- οροπέδιο στα αλβανικά - pllakë, pllajë, rrafshnaltë, rrafshnalta, pllajë të, fazë ku nuk riten
- οροφή στα αλβανικά - çati, kulmi, kulmit, kulmi i, çatia
- ορυκτολογία στα αλβανικά - mineralogji
- ορυκτό στα αλβανικά - mineral, minerale, mineraleve, minerare, e mineraleve
Τυχαίες λέξεις
Ορτύκι στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: trembem, shkurtat, thëllëzë, mish thëllëze
Μεταφράσεις: trembem, shkurtat, thëllëzë, mish thëllëze