Ορτύκι στα ισλανδικά

Μετάφραση: ορτύκι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Quail
Ορτύκι στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ορτύκι

ορτύκι εκτροφή, ορτύκι συνταγή, ορτύκι wikipedia, ορτύκι τιμή, ορτύκι αγγλικά, ορτύκι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ορτύκι στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • οροπέδιο στα ισλανδικά - hálendi, jafnvægi, hásléttu, háslétta, hásléttu í
  • οροφή στα ισλανδικά - þak, þaki, þakið, þakinu
  • ορυκτολογία στα ισλανδικά - Steindafræði
  • ορυκτό στα ισλανδικά - steinefni, steinefna, steinasafn, steinefnum, steinaríkinu
Τυχαίες λέξεις
Ορτύκι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Quail