Ορτύκι στα ρωσικά

Μετάφραση: ορτύκι, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
перепёлка, робеть, створаживаться, перепел, дрогнуть, спасовать, струсить, проститутка, перепела, перепелов, перепелиное, перепелка
Ορτύκι στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ορτύκι

ορτύκι εκτροφή, ορτύκι συνταγή, ορτύκι wikipedia, ορτύκι τιμή, ορτύκι αγγλικά, ορτύκι λεξικό γλώσσας ρωσικά, ορτύκι στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • οροπέδιο στα ρωσικά - нагорье, плато, плоскогорье
  • οροφή στα ρωσικά - кров, убежище, прибежище, кровля, крыть, приют, крыша, ...
  • ορυκτολογία στα ρωσικά - минералогия, минералогии, минералогию, минералогических, минералогический
  • ορυκτό στα ρωσικά - металл, руда, минеральная, минеральной, минеральных, минерал, минерального
Τυχαίες λέξεις
Ορτύκι στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: перепёлка, робеть, створаживаться, перепел, дрогнуть, спасовать, струсить, проститутка, перепела, перепелов, перепелиное, перепелка