Άκαρπος στα βουλγαρικά

Μετάφραση: άκαρπος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
безплоден, безплодни, безплодно, безрезултатно, безплодна
Άκαρπος στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άκαρπος

άκαρπος πλειστηριασμός, άκαρπος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, άκαρπος στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • άθλιος στα βουλγαρικά - окаян, нещастен, Полузащита ужасно, бедствено, Средна полузащита ужасно
  • άκαμπτος στα βουλγαρικά - твърд, скован, твърда, твърдата, строга
  • άκομψος στα βουλγαρικά - безвкусния, тромав, неизящен, неугледна, несръчно, непохватен
  • άκρη στα βουλγαρικά - ръб, край, ръба, предимство, кант
Τυχαίες λέξεις
Άκαρπος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: безплоден, безплодни, безплодно, безрезултатно, безплодна