Άκαρπος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: άκαρπος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
бясплодны, бясплённы, марную, безвыніковы, бясплодныя
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άκαρπος
άκαρπος πλειστηριασμός, άκαρπος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, άκαρπος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- άθλιος στα λευκορωσικά - няшчасны, няшчаснае
- άκαμπτος στα λευκορωσικά - жорсткі, цвёрды, цвёрдая, цвёрдую
- άκομψος στα λευκορωσικά - няскладны, нязграбны, няўклюдны, з няўклюдным, няўклюдным
- άκρη στα λευκορωσικά - край, бок
Τυχαίες λέξεις
Άκαρπος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: бясплодны, бясплённы, марную, безвыніковы, бясплодныя
Μεταφράσεις: бясплодны, бясплённы, марную, безвыніковы, бясплодныя