Άνευ στα βουλγαρικά
Μετάφραση: άνευ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
спаружи, без да, без, без да се
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άνευ
άνευ αποδοχών δημόσιο, άνευ βλάβης, άνευ αρχών, άνευ όρων, άνευ ετέρου, άνευ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, άνευ στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- άνεση στα βουλγαρικά - удобство, комфорт, удобства, комфорта, уют
- άνετος στα βουλγαρικά - комфортен, удобен, удобно, комфортно, удобна
- άνηθο στα βουλγαρικά - копър, копъра, от копър
- άνθισμα στα βουλγαρικά - цъфтящ, цъфтят, цъфтящи, цъфтяща, цъфтежа
Τυχαίες λέξεις
Άνευ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: спаружи, без да, без, без да се
Μεταφράσεις: спаружи, без да, без, без да се