Άνευ στα πορτογαλικά

Μετάφραση: άνευ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
menos, dentro, em, sem, não, sem a, sem o
Άνευ στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άνευ

άνευ αποδοχών δημόσιο, άνευ βλάβης, άνευ αρχών, άνευ όρων, άνευ ετέρου, άνευ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, άνευ στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • άνεση στα πορτογαλικά - facilidade, descanso, conforto, o conforto, de conforto, comodidade, consolo
  • άνετος στα πορτογαλικά - cómodo, fácil, confortável, oriental, confortáveis, vontade
  • άνηθο στα πορτογαλικά - endro, aneto, dill, do aneto, de endro
  • άνθισμα στα πορτογαλικά - florescente, florescência, florescendo, de florescência, florescer
Τυχαίες λέξεις
Άνευ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: menos, dentro, em, sem, não, sem a, sem o