Άνευ στα δανικά
Μετάφραση: άνευ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
uden, uden at, ikke
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άνευ
άνευ αποδοχών δημόσιο, άνευ βλάβης, άνευ αρχών, άνευ όρων, άνευ ετέρου, άνευ λεξικό γλώσσας δανικά, άνευ στα δανικά
Μεταφράσεις
- άνεση στα δανικά - hvile, pause, ro, komfort, Comfort, komforten, trøst
- άνετος στα δανικά - let, bekvem, nem, hyggelig, komfortable, komfortabel, behagelig, ...
- άνηθο στα δανικά - dild, af dild
- άνθισμα στα δανικά - blomstrende, blomstrer, blooming, blomstre, blomstring
Τυχαίες λέξεις
Άνευ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: uden, uden at, ikke
Μεταφράσεις: uden, uden at, ikke